Πολιτική Απόφαση Γενικής Συνέλευσης ΚΠΚ Φλεβάρης 2025

Παγκόσμια οξύνονται όλες οι αντιθέσεις με πέραν των 56 ενεργών πολεμικών εστιών και μέσα σε όλο αυτό τον κυκεώνα, η κυπριακή αστική τάξη και η κυπριακή κυβέρνηση σπρώχνουν το λαό μας προς τον όλεθρο με την ενεργότερη συμμετοχή τους στα παζάρια και στους ανταγωνισμούς στην περιοχή.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία κλιμακώνεται συνεχώς. Η παροχή πυραυλικών συστημάτων μεγάλου βεληνεκούς από τις χώρες του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στο καθεστώς Ζελένσκι και τα αυξανόμενα κτυπήματα εντός της ρωσικής ενδοχώρας, έχουν επιφέρει την αναθεώρηση του ρωσικού πυρηνικού δόγματος. Στον πόλεμο στο έδαφος της Ουκρανίας παρατηρούμε φαινόμενα παγκοσμιοποίησης της σύγκρουσης. Έχουμε από τη μια το ευρωνατοϊκό στρατόπεδο με τους συμμάχους του, και από την άλλη τον υπό διαμόρφωση άξονα Ρωσίας – Κίνας – Ιράν, με τους συμμάχους τους. Όλοι αυτοί συνεισφέρουν στη μια ή στην άλλη πλευρά, στρατιωτικό εξοπλισμό, μισθοφόρους και στρατεύματα και πολιτική κάλυψη.

Δεν θα πρέπει όμως να αποκλείουμε και τα παζάρια για πρόσκαιρους συμβιβασμούς. Όχι γιατί οι ιμπεριαλιστές νοιάζονται για τη σφαγή που εκτυλίσσεται. Ούτε γιατί ο ένας ή ο άλλος ηγέτης είναι περιστέρια της ειρήνης. Αλλά γιατί όλοι τους προετοιμάζονται για την επόμενη φάση της ακόμα πιο άγριας αντιπαράθεσης και γι’ αυτό πρέπει να αναδιατάξουν τις δυνάμεις τους. Αυτά τα παζάρια και η επιθυμία αναδιάταξης συνδέονται με την συζήτηση που αναπτύσσεται τον τελευταίο καιρό σχετικά με τις ΗΠΑ και την Γροιλανδία και τον έλεγχο του Αρκτικού Κύκλου, ή τις εντάσεις γύρω από το μέλλον της Ταιβάν και τον έλεγχο της Νότιας Σινικής θάλασσας, που ενδεχομένως να οδηγήσουν σε ανάφλεξη νέων μετώπων.

Η κυπριακή αστική τάξη φωνάζει παρών σε αυτό το πολεμικό μέτωπο, αφού οι κυπριακές κυβερνήσεις έχουν στηρίξει τις κυρώσεις απέναντι στην Ρωσία. Όλο και πιο συχνά βλέπουμε δημοσιεύματα στον αστικό τύπο για πιέσεις των ΗΠΑ στην κυβέρνηση να παραχωρήσει ρωσικά οπλικά συστήματα στην Ουκρανία (αντιαεροπορικά, άρματα μάχης και ελικόπτερα), κάτι που η ίδια δηλώνει ότι το εξετάζει. Αν αυτό γίνει πράξη, θα έχει ανυπολόγιστες συνέπειες, τόσο για τις εξελίξεις στο Κυπριακό, όσο και στις ευρύτερες διεργασίες που γίνονται με επίκεντρο το νησί μας.

Αλλά και στην περιοχή μας παρατηρούμε περιφερειακούς παίχτες να συγκρούονται μεταξύ τους, με τις πλάτες παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, εις βάρος του λαού της Παλαιστίνης, του Λιβάνου, της Συρίας, της Υεμένης και άλλων χωρών και περιοχών. Παρά τις εύθραυστες εκεχειρίες σε Γάζα (αποτέλεσμα και της παλαιστινιακής αντίστασης και της παγκόσμιας αλληλεγγύης που εκφράστηκε) και σε Λίβανο, το Ισραήλ, με τις πλάτες ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ, συνεχίζει την παράνομη κατοχή παλαιστινιακών εδαφών, εντείνει τις επιθέσεις σε Δυτική Όχθη και παρεμποδίζει τους κατοίκους της Γάζας να επιστρέψουν στις εστίες τους. Παρατείνει την κατοχή εδαφών στο νότιο Λίβανο (παρά τις συμφωνίες στην εκεχειρία). Διατηρεί τα κατεχόμενα Υψίπεδα Γκολάν της Συρίας και επεκτείνεται σε συριακά εδάφη. Επιδρά στην αυτονόμηση των περιοχών των Δρούζων στο νότο και των Κούρδων της Συρίας, διεκδικώντας ενισχυμένη θέση στην όλη περιοχή.

Και το τουρκικό αστικό κράτος παίζει το δικό του ρόλο, μέσα από τις αντιφατικές του σχέσεις με Δύση και Ρωσία, και τον ανταγωνισμό του με το Ισραήλ, στα πλαίσια των ενδοιμπεριαλιστικών αντιπαραθέσεων, που ισχύουν σε κάθε έκφανση των αντιθέσεων ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, συμμάχους και μη. Με το δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας απλώνει τις διεκδικήσεις του σε όλη την περιοχή. Διατηρεί ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις στη βόρεια Συρία και απειλεί με κλιμάκωση της σύγκρουσης με τους Κούρδους. Εξόπλισε, ενίσχυσε και στήριξε τους τζιχαντιστές που ανέτρεψαν την αστική κυβέρνηση του Άσαντ, σε μια συντεταγμένη προσπάθεια αναβάθμισης της θέσης του στη Μέση Ανατολή.

Μας αφορούν άμεσα η στάση και οι διεκδικήσεις του τουρκικού αστικού κράτους στην Μέση Ανατολή και στην Ανατολική Μεσόγειο, αφού είναι σε άμεση συνάρτηση με τις όποιες εξελίξεις στο Αιγαίο και στο Κυπριακό. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί και η φημολογούμενη συμφωνία για καθορισμό ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας- Συρίας, που παραγράφει την Κύπρο, και που ήρθε να απαντήσει στα πανηγύρια της κυπριακής κυβέρνησης για την ανατροπή του Άσαντ. Ο λαός θα πρέπει να είναι σε εγρήγορση για το ζήτημα των κυριαρχικών δικαιωμάτων, κόντρα στους εφησυχασμούς της κυβέρνησης και τα παραμύθια ότι αποτελούμε «νησίδα σταθερότητας». Μια ημικατεχόμενη από νατοϊκή δύναμη χώρα, με νατοϊκές βάσεις και με την όλη περιοχή να φλέγεται, δεν μπορεί ποτέ να αποτελέσει ασπίδα σταθερότητας για το λαό μας ή για τους λαούς της περιοχής.

Εμείς δεν αποκλείουμε την πιθανότητα γενίκευσης σε παγκόσμιο πόλεμο ή/και ενοποίησης των συγκρούσεων από την Ουκρανία και τα Βαλκάνια, την Μέση Ανατολή, τον Καύκασο μέχρι την Κεντρική Ασία και την Άπω Ανατολή, αφού πλέον στην ημερήσια διάταξη μπαίνει η πρωτοκαθεδρία στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Βρισκόμαστε στην εποχή αλλαγής γεωπολιτικών συσχετισμών και όλοι οι ιμπεριαλιστές παλεύουν για να επικρατήσουν σε αγορές, δρόμους μεταφοράς ενέργειας και εμπορευμάτων, επενδύσεων λιμναζόντων κεφαλαίων και γεωπολιτικών στηριγμάτων. Αυτά μπορούν να ικανοποιηθούν μόνο με τον πόλεμο.

Πόλεμος και καπιταλιστική ανάπτυξη πάνε χέρι-χέρι. Οι αστικές κυβερνήσεις επιδιώκουν να διαμορφώσουν διεξόδους εκτόνωσης του φαινομένου της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων, από τη μια με την πράσινη μετάβαση και από την άλλη, με τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Ο πόλεμος λειτουργεί ευεργετικά για την καπιταλιστική κερδοφορία, αφού τόσο η καταστροφή υποδομών, αλλά και η ακύρωση ανταγωνιστικών σχεδίων μεταφράζονται σε πεδίο για νέες κερδοφόρες επενδύσεις. Γι’ αυτό ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, δήλωνε ότι «είναι καιρός να στραφούμε σε μια νοοτροπία εν καιρώ πολέμου», ζητώντας από τα κράτη – μέλη να προσαρμοστούν στην πολεμική οικονομία. Δηλαδή οι λαοί να ματώσουν κυριολεκτικά και οικονομικά για τους πολέμους των ιμπεριαλιστών. Το ίδιο και η έκθεση Ντράγκι για λογαριασμό της ΕΕ, που ζήτησε 800 δις να μεταφερθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης στην πολεμική βιομηχανία. Η πιο πρόσφατη παραδοχή έρχεται από την φον ντερ Λάιεν, πρόεδρο της Κομισιόν της ΕΕ, στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, ότι «έχουμε εισέλθει σε μια νέα εποχή σκληρού γεωστρατηγικού ανταγωνισμού».

Η κυπριακή αστική τάξη, παρά τις εσωτερικές της αντιφάσεις και ανταγωνισμούς, είναι σε μια διαδικασία αναβάθμισης της γεωπολιτικής και οικονομικής της θέσης. Αυτή η αναβάθμιση δεν είναι τίποτα άλλο από επιθετικότητα απέναντι σε άλλους λαούς, παρόλο που δεν έχει πάρει πολεμικά χαρακτηριστικά. Αυτή την επιθετικότητα την έδειξε στη γενοκτονία στην Παλαιστίνη, στο ρόλο στις επιθέσεις των ιμπεριαλιστών στην Υεμένη και στα πανηγύρια της για την επικράτηση των τζιχαντιστών στην Συρία.

Αυτή την επιθετικότητα την εκφράζει και με την παραδοχή του Προέδρου Χριστοδουλίδη για στόχο ένταξης της Κύπρου στο ΝΑΤΟ. Αυτή η εξέλιξη δεν είναι κεραυνός εν αιθρία, αλλά είναι αποτέλεσμα των στρατηγικών επιλογών της κυπριακής αστικής τάξης και όλων των κυβερνήσεων. Έρχεται να πατήσει πάνω στο γεγονός ότι οι βρετανικές ΝΑΤΟϊκές βάσεις έγιναν ορμητήριο ιμπεριαλιστικών πολέμων στην περιοχή. Στα αεροδρόμια, τα λιμάνια και τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις σουλατσάρουν ανενόχλητες ξένες υπηρεσίες και στρατεύματα. Αποκορύφωμα όλων ήταν η εγκαινίαση του στρατηγικού διαλόγου Κύπρου-ΗΠΑ τον περασμένο Οκτώβρη, κομμάτι των οποίων αποτελεί η απόκτηση από τις ΗΠΑ δικών τους στρατιωτικών εγκαταστάσεων εντός του ΚΕΝ Λάρνακας και της Βάσης στο Μαρί.

Λίγο πριν ο Μπάιντεν παραδώσει την προεδρία στις ΗΠΑ, υπέγραψε τρεις διακηρύξεις που εντάσσουν την Κυπριακή Δημοκρατία σε τρία ιμπεριαλιστικά προγράμματα στρατιωτικής συνεργασίας. Πρόκειται για τα Foreign Military Sales (FMS), Excess Defense Articles (EDA) και Title 10 Security Assistance Program. Αυτά τα προγράμματα περιλαμβάνουν κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, συνεκπαιδεύσεις και πωλήσεις στρατιωτικού εξοπλισμού. Ακόμα πιο πριν, διαμέσω του Νόμου Εθνικής Άμυνας (NDAA) για το 2025, η Κυπριακή Δημοκρατία προστέθηκε στον κατάλογο χωρών που συμμετέχουν σε εκπαιδευτικά προγράμματα και πολυεθνικές στρατιωτικές ασκήσεις. Μέσω του NDAA, η Κύπρος έγινε η μόνη χώρα με αυτό το δικαίωμα που δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ ή του Νατοϊκού προγράμματος «Συνεταιρισμός για την Ειρήνη». Πρόκειται για ενίσχυση των διμερών στρατιωτικών σχέσεων με την ιμπεριαλιστική υπερδύναμη των ΗΠΑ που εμπλέκει ακόμη περισσότερο το λαό μας στα πλοκάμια του ΝΑΤΟ και των εγκλημάτων του.

Επίσης σε πορεία ενίσχυσης βρίσκονται οι ενεργειακές, οικονομικοπολιτικές και στρατιωτικές σχέσεις με το Ισραήλ, υλοποιώντας τις ενεργειακές συμφωνίες Κύπρου – Ελλάδας – Ισραήλ και Κύπρου – Ελλάδας – Αιγύπτου, υπό την αιγίδα των ΗΠΑ, με ισχυρή παρουσία μονοπωλιακών ομίλων. Όλα αυτά γίνονται για την αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής για την τροφοδότηση της ΕΕ, σε μια προσπάθεια απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να δούμε και τα σχέδια που εμπλέκουν το νησί με αγωγούς μεταφοράς ενέργειας (East Med pipeline) και ηλεκτρισμού (Great Sea Interconnector).

Στην Κύπρο, ως πεδίο έντονων ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και κάτω από τη γενική επίδραση των ελληνοτουρκικών αστικών αντιθέσεων, μπορούν να διαμορφωθούν όροι πολύ επικίνδυνων εξελίξεων, που θα βάλουν σε περιπέτειες τον κυπριακό λαό και όλους τους λαούς της περιοχής.

Δεν θα σταματήσουμε να προβάλλουμε τη χαρακτηριστική αντίθεση του κυπριακού προβλήματος, που είναι ο ιμπεριαλισμός από τη μια με τα εγκληματικά για το λαό μας συμφέροντα του και  από την άλλη ο αντιιμπεριαλιστικός αγώνας του λαού μας με μπροστάρη την εργατική τάξη για πραγματική απελευθέρωση. Το Κυπριακό είναι ξεκάθαρα ένα διεθνές πρόβλημα εισβολής και κατοχής από την Τουρκία, ξένων Νατοϊκών ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, οι οποίες εργαλειοποίησαν και ενίσχυσαν τον εθνικισμό-σωβινισμό, οδηγώντας στη βίαιη διαίρεση της χώρας και του λαού μας, με αποκορύφωμα το δίδυμο έγκλημα του προδοτικού πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής.

Επομένως τα θεμέλια λύσης του Κυπριακού δεν μπορούν και δεν πρέπει να περιλαμβάνουν στοιχεία διαχωρισμού, αλλά πρέπει να περιλαμβάνουν την καθιέρωση αρχών και θεσμών που συγκρούονται με κάθε μορφή διακρίσεων και την ίδια τη λογική που το έχει δημιουργήσει και διαιωνίσει, ιδιαίτερα τον εθνοτικό διαχωρισμό.

Για αυτό εμείς θα συνεχίσουμε να καταγγέλλουμε όλα τα κόμματα της αστικής τάξης και τις κυβερνήσεις των κομμάτων αυτών που συναγελάζονται με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και μπαίνουν σε παζάρια με αυτά, μέσα από διασκέψεις όπως η πενταμερής, οι οποίες αλυσοδένουν εσαεί το λαό μας πάνω στο ιμπεριαλιστικό άρμα και οδηγούν σε παγίωση προνοιών που ενισχύουν τον εθνοτικό διαχωρισμό και υποσκάπτουν συθέμελα την ειρήνη και τα πραγματικά συμφέροντα του λαού μας.

Οι Κύπριοι κομμουνιστές οφείλουν να εντείνουν τη πάλη τους για δίκαιη λύση του Κυπριακού, απελευθέρωση και επανένωση του συνόλου του λαού μας, με τον τερματισμό της τουρκικής κατοχής και εξάλειψη των συνεπειών της. Για αποχώρηση όλων των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων και κάθε ξένου στρατού και αγήματος, αλλά και κατάργηση των βάσεων από το νησί. Για μια λύση που θα διασφαλίζει το δικαίωμα των προσφύγων και εκτοπισμένων να επιστρέψουν στις εστίες τους. Θα εντείνουμε την πάλη για μια Κύπρο ακέραιη και ανεξάρτητη, χωρίς ξένους εγγυητές και προστάτες, μακριά από ιμπεριαλιστικές δοσμένες λύσεις. Μια λύση προϊόν της ίδιας της πάλης του κυπριακού λαού. Απέναντι στα ιμπεριαλιστικά σχέδια που μαγειρεύονται βασισμένα στα δυο συνιστώντα κράτη που οδηγούν σε διχοτόμηση με «ομοσπονδιακό» μανδύα. Μια πατρίδα με μια κρατική οντότητα με μία διεθνή προσωπικότητα, μια ιθαγένεια και μια ενιαία κυριαρχία με σημείο αναφοράς τον ένα λαό (που περιλαμβάνει Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους, Αρμένιους Μαρωνίτες, Λατίνους).

Την ίδια στιγμή, ως Οργάνωση πρέπει ασταμάτητα να παλεύουμε για την απεμπλοκή της μοιρασμένης μας πατρίδας από τα εγκλήματα των ιμπεριαλιστών. Επαναβεβαιώνουμε λοιπόν τη θέση μας για πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό και ενάντια στην εμπλοκή του τόπου και του λαού μας στα ιμπεριαλιστικά εγκλήματα.

Στηρίζουμε το δικαίωμα του παλαιστινιακού λαού να διεκδικεί με όλες τις μορφές πάλης τη δική του πατρίδα, ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος στα σύνορα πριν τον Ιούνη του 1967, με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ, δίπλα στο Ισραήλ. Όπως βρισκόμαστε απέναντι στα σχέδια για διαμελισμό της Συρίας και την αλλαγή των συνόρων.

Στόχοι και καθήκοντα

Οι αιτίες των γεγονότων στην Συρία, στον Λίβανο, στην Παλαιστίνη είναι οι ίδιες που επικρατούν και για το Κυπριακό. Είναι με τα ίδια ταξικά γυαλιά που πρέπει να βλέπουμε και να αναλύουμε και το Παλαιστινιακό και το Κυπριακό και με αυτά να χαράζουμε γραμμή. Πρέπει να δυναμώσει η συζήτηση στους χώρους δουλείας, όπου ζει, εργάζεται και αναπνέει ο λαός μας, για την ανάγκη αυτοτελούς πάλης της εργατικής τάξης και των λαών ενάντια στις αστικές τάξεις και στις ιμπεριαλιστικές τους συμμαχίες. Να αντιπαλέψουμε τις σειρήνες της «εθνικής ενότητας και ομοψυχίας», που θέλουν να υποτάξουν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης σε αυτά της αστικής τάξης, κάτω από τον μανδύα του «όλοι μαζί ενωμένοι». Αλλά το πιο σημαντικό, είναι η σύνδεση όλων αυτών και του αγώνα για αποτίναξη της κατοχής, με την πάλη για ανατροπή του κύριου υπαίτιου. Του καπιταλισμού. Αυτός ο αγώνας είναι άρρηκτα δεμένος με την πάλη μας για αλλαγή των συσχετισμών στη χώρα μας, για να ανοίξει ο δρόμος του σοσιαλισμού-κομμουνισμού, που είναι η μόνη λύση που θα εξαλείψει τις αιτίες της εκμετάλλευσης, της φτώχειας και των πολέμων.

Χρησιμοποιώντας τον μαρξισμό, το πιο αντικειμενικά επαληθεύσιμο εργαλείο ανάλυσης του κόσμου, δεν μπορούμε παρά να βρισκόμαστε στο σωστό δρόμο ανάλυσης της κίνησης των τάξεων και των κοινωνιών. Η δική μας ιδεολογικοπολιτική ανάλυση, μας οδηγεί με τεκμηριωμένο τρόπο σε ασφαλή εκτίμηση για το στάδιο αγώνα στο οποίο βρισκόμαστε, έτσι που να μπορούμε να βάζουμε σωστά τους στόχους και τα καθήκοντα μας σαν κομμουνιστές και σαν Κομμουνιστική Οργάνωση. Έτσι θα έχει επιτυχή έκβαση η πολιτική μας πάλη, θα μπορέσουμε να δυναμώσουμε και να μεγαλώσουμε την Οργάνωση μας, για να συνδράμει αποφασιστικά στην ανασυγκρότηση του εργατικού, λαϊκού και αντιιμπεριαλιστικού κινήματος της Κύπρου. Την ίδια στιγμή, η επάρκεια, η ικανότητα και η ιδεολογικοπολιτική φρεσκάδα της Κομμουνιστικής μας Οργάνωσης, κρίνεται και από την αντανακλαστική ικανότητά της να αναγνωρίζει, να παραδειγματίζεται και να διορθώνει έγκαιρα και αποφασιστικά λάθη και αδυναμίες.

Είναι λοιπόν τεράστιας σημασίας, να μπορούμε να διαβάζουμε και να αναλύουμε σωστά τις πολιτικές εξελίξεις, τη στρατηγική της αστικής τάξης, τους στόχους που θέτει, ποιους έχει στο πλευρό της και την υπηρετούν, τους κινδύνους για τη συνέχιση της ύπαρξης της ζωής στον κόσμο, την αντικειμενική κατάσταση της εργατικής τάξης στη χώρα μας, αλλά και στην υφήλιο και σε αυτή την ανάλυση να αναγνωρίζεται και το στάδιο αγώνα, έτσι που να μπορούμε να βάζουμε τους σωστούς στόχους πάλης που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες του σήμερα και τις στοχεύσεις του αύριο.

Κομβικής σημασίας στην πάλη για την πραγματική χειραφέτηση της εργατικής τάξης της Κύπρου, είναι να έχουμε ως φάρο καθοδήγησης των αγώνων και της δράσης μας το ότι το Σωματείο θα πρέπει να βρίσκεται σε διαρκή εξέλιξη και με όρους μαζικότητας και με όρους συνεχούς ιδεολογικοπολιτικής μόρφωσης και ενότητας και με όρους αδιάκοπης οργανωτικής αναβάθμισης και επιμόρφωσης των μελών του. Γιατί αυτά θα πρέπει να είναι φάρος καθοδήγησης; Γιατί το Σωματείο μας, η Κομμουνιστική μας Οργάνωση, είναι απλά ο σημερινός οικοδόμος του αυριανού Κόμματος της Εργατικής Τάξης στην Κύπρο, κάτι που θέσαμε ξανά πρόσφατα ως ακλόνητο στόχο.

Δεν δημιουργηθήκαμε για να παραμείνουμε ένα σωματείο πολιτικών στοχαστών των πιο μεγάλων και ευγενών οραμάτων, που θα εξαντλεί την επαναστατική του δράση σε αναλύσεις και ατέλειωτες συζητήσεις στα πλαίσια κάποιων συνεδριάσεων, ούτε στη συγγραφή απλά ανακοινώσεων ή τοποθετήσεων. Δεν θα βολευτούμε ούτε με τη διεξαγωγή κάποιων αντιιμπεριαλιστικών και αντισυστημικών εκδηλώσεων, αλλά οφείλουμε να οργανωθούμε καλά για να οργανώσουμε τον αγώνα της εργατικής τάξης, να μπούμε στην πρωτοπορία της αντιιμπεριαλιστικής, αντικαπιταλιστικής πάλης, να γίνουμε η προμετωπίδα της διεκδίκησης για τα δίκαια και τα δικαιώματα της εργατικής τάξης και του λαού μας.

Μετά από ένα χρόνο δράσης οφείλουμε να αναγνωρίσουμε τη σοβαρή, τεκμηριωμένη και ταξικά προσανατολισμένη ανατρεπτική μας παρουσία που έφερε ένα χαμόγελο κόκκινης ελπίδας σε πολύ περισσότερους από αυτούς που εγγράψαμε ως μέλη. Παράλληλα αναγνωρίζουμε την αναγκαιότητα ενδυνάμωσης αυτής της παρουσίας και σφυρηλάτισης μέσα από αγώνες της δράσης μας και ξεπέρασμα των αντικειμενικών και υποκειμενικών προβλημάτων.

Η τεκμηριωμένη ανάλυση μας που καταγγέλλει την απαξίωση και το διωγμό των ταξικών κινημάτων, την προσπάθεια φθοράς των συνειδήσεων των λαών, τη δικτατορία του κεφαλαίου και την προετοιμασία ενός νέου παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού πολέμου, αποκαλύπτει διαλεκτικά την εποχή που βρισκόμαστε. Η εποχή μας είναι αναντίλεκτα αυτή της αντιιμπεριαλιστικής, αντικαπιταλιστικής πάλης που βαδίζει χέρι – χέρι, παράλληλα δηλαδή, με την πάλη για απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μας, την αποδέσμευση από κάθε ιμπεριαλιστικό οργανισμό και την αποτίναξη κάθε ξένης επιβολής. Για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε πρέπει να αναπτύξουμε το κίνημα σε τέτοιο βαθμό, που να μπορεί να μεγαλώνει αδιάκοπα και να ισχυροποιείται, ούτως ώστε να δίνει τις μάχες αποφασιστικά και να αποδυναμώνει τον ταξικό εχθρό, υπερασπιζόμενο τις ανάγκες και τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, αλλά και τις όποιες κατακτήσεις της μέσα στον καπιταλισμό, διεκδικώντας ταυτόχρονα ριζοσπαστικά μέτρα σε όλους τους τομείς της κοινωνίας και της ζωής, που θα βελτιώνουν πραγματικά την ποιότητα ζωής του λαού και των εργαζομένων.

Έχει λοιπόν πολυδιάστατη και αυτονόητη σημασία το να μαζικοποιήσουμε την Οργάνωση μας, καθοδηγούμενη από το σύνθημα της Γενικής Συνέλευσης: Μαζική Οργάνωση – Δυνάμωμα της Ταξικής Πάλης!

Βασικός πυλώνας της μαζικοποίησης είναι η εγγραφή νέων μελών και η μαζικότητα. Μαζικότητα όμως πέραν της σημαντικής και αναγκαίας αριθμητικής δύναμης, πολύ περισσότερο εμείς οι κομμουνιστές εννοούμε την κατάκτηση στενών δεσμών με τις μάζες των εργαζομένων, την εργατική τάξη, τη νεολαία, τους φτωχούς και μεσαίους αγρότες. Και αυτή η κατάκτηση στενών δεσμών και των συνειδήσεων των μαζών θα έρθει αν γίνουμε πολλοί, αν σηκώσουμε τα μανίκια πάνω και οι θέσεις μας να ξεκινήσουν να περνούν με τη ζωντανή επαφή από στόμα σε στόμα, όπου υπάρχει εργαζόμενος, όπου ο λαός συχνάζει, όπου κατοικεί. Περισσότεροι κομμουνιστές ως νέα μέλη σημαίνει αναζωογόνηση των γραμμών μας, δυνατότητα σοβαρής και ουσιαστικής παρέμβασης στο συνδικαλιστικό κίνημα, διάδοση των ιδεών μας μέσα στην κοινωνία, ανέβασμα της ικανότητας υλοποίησης δράσεων και επίδρασης στο κοινωνικό σύνολο και αυτό μας κάνει ακόμα πιο μαζικούς, από το κάθε αστικό, ρεφορμιστικό και οπορτουνιστικό πολιτικό σκεύασμα που ποντάρει στους αριθμούς απλά.

Τόσο τα νέα μέλη, όσο και εμείς τα παλιότερα, για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στα καθήκοντα που θέτει η εποχή και το στάδιο ανάπτυξης της Οργάνωσης μας, πρέπει να θωρακιστούμε μέσα από συγκεκριμένη αναγκαία και ψηλού επιπέδου συνεχή ιδεολογική – μορφωτική δουλειά.

Τα μέλη της ΚΠΚ είναι χρεωμένα ένα τεράστιο ιστορικό καθήκον να βάλουν τα θεμέλια, αλλά και να οργανώσουν τον αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό και την κατοχή, ενάντια στο σάπιο καπιταλιστικό σύστημα, ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς του ΝΑΤΟ και της ΕΕ που ναρκοθετούν το μέλλον των παιδιών μας!

Είναι για αυτό που ένα τέτοιο βαρύ καθήκον επιτάσσει όπως ο οργανωμένος κομμουνιστής να πρέπει να ξεχωρίζει με την εντιμότητα του, την ακεραιότητα του, την ειλικρίνεια του, την ανιδιοτέλεια, την ταπεινότητα του χαρακτήρα του, χωρίς αυτό να σημαίνει έλλειψη δυναμισμού, τουναντίον, ο οργανωμένος κομμουνιστής πρέπει να χαρακτηρίζεται από μια πραγματική παραδειγματική συμμόρφωση, πειθαρχία και σεβασμό στις αποφάσεις της Οργάνωσης, αλλά και τους συντρόφους του.

Ριχνόμαστε στην πολιτική μάχη της κατάκτησης των συνειδήσεων της εργατικής τάξης και του λαού. Συμμετέχουμε, δρούμε και παρεμβαίνουμε παντού και ιδιαίτερα στο εργατικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, άσχετα αν σε αυτό επικρατούν οπορτουνιστικές τάσεις. Για εμάς το πρώτιστο μέλημα θα πρέπει να είναι πάντα η σπορά των ιδεών μας και η κατάθεση και διεκδίκηση αιτημάτων και στόχων ταξικού και αντιιμπεριαλιστικού αγώνα. Η συμμετοχή και οι παρεμβάσεις μας πρέπει να είναι τέτοιες που θα μας ξεχωρίζουν, θα αποτυπώνουν έντονα το δικό μας πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα και θα κερδίζουν συνειδήσεις. Την ίδια ώρα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, οφείλουμε να πρωτοστατούμε και στην οργάνωση της αλληλεγγύης προς τους λαούς που υποφέρουν από τους ληστρικούς ιμπεριαλιστικούς πολέμους.

Να πρωτοστατούμε στην πάλη του λαού μας με την παράλληλη καταγγελία των αντιλαϊκών εγκληματικών πολιτικών των αστικών κυβερνήσεων και της ΕΕ.

Ύψιστης σημασίας και κρίσιμο σημείο αναφοράς για την Οργάνωση μας θα πρέπει να είναι η έναρξη της συμμετοχής και της παρέμβασης μας στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, ιδιαίτερα σε μια εποχή απαξίωσης του συνδικαλιστικού κινήματος. Η συμμετοχή και η δράση μας εδώ είναι εκ των ων ουκ άνευ. Η δράση και η παρέμβαση των πρωτοπόρων αγωνιστών κομμουνιστών στο συνδικαλιστικό κίνημα, άσχετα αν σε αυτό επικρατούν οι οπορτουνιστές και οι ρεφορμιστές, είναι αυτή που θα βάλει και τα σωστά εργατικά αιτήματα, θα ενισχύσει την ταξική οργάνωση των εργαζομένων στο χώρο εργασίας, θα εμπνεύσει και θα αποτελέσει και σημείο αναφοράς για να ενισχύσουμε τις γραμμές μας σαν κομμουνιστική οργάνωση, από τον ανεξάντλητο πλούτο των εργαζόμενων μαζών που συμπιέζονται στις μυλόπετρες του συστήματος, που δεν τα φέρνουν πέρα, που αγωνιούν για την κάθε μέρα αν θα επιβιώσουν. Οι αγωνιστές – κομμουνιστές στο χώρο εργασίας, πάντα σε συνεννόηση με την καθοδήγηση τους, πρέπει να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες, να οργανώνουν επιτροπές αγώνα που θα πατούν σε υπαρκτές δυνατότητες, για να κινητοποιήσουν δίκαια αιτήματα απέναντι στην εργοδοσία, να οργανώνουν την αντίσταση και την πάλη με διάφορες μορφές, ανοίγοντας δρόμους για κέρδισμα συνειδήσεων και συσπείρωση μεγαλύτερων ταξικών δυνάμεων. Όλα αυτά πρέπει να μελετηθούν και να ανοίξει μια συζήτηση εντός της Οργάνωσης για την επεξεργασία εμπεριστατωμένης θέσης για το πως παρεμβαίνουμε.

Το πρωτοπόρο μέλος της ΚΠΚ έχει καθήκον να βρίσκεται με συνέπεια παντού και να υπερασπίζεται με σθένος και να επικοινωνεί τις ιδέες, τα ιδανικά, τις θέσεις της Οργάνωσης του. Μόνο με πρωτοπόρα δράση και σωστή ιδεολογική και πολιτική δουλεία θα κατανοηθεί η ανάγκη από τους εργαζόμενους για σωστή οργάνωση του αγώνα, απέναντι από τη στρατηγική κεφαλαίου, η οποία πρέπει να αποκαλύπτεται από εμάς. Μόνο έτσι θα καταφέρουμε να υλοποιήσουμε την πραγματική ανασυγκρότηση του εργατικού και λαϊκού κινήματος, μόνο έτσι θα έρθει η ανάταση του ταξικού και αντιιμπεριαλιστικού κινήματος.

Αναφερόμενοι στη στρατηγική του Κεφαλαίου, η νέα καθοδήγηση του Σωματείου οφείλει μέσω αντίστοιχων βοηθητικών γραφείων να προβεί σε λεπτομερή μελέτη για τις στρατηγικές του κεφαλαίου στην Κύπρο, τους τομείς της οικονομίας όπου έχουν πιο έντονη παρουσία μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, τη διασύνδεση τους με το αστικό Κράτος, τη σχέση μεταξύ ντόπιου και ξένου κεφαλαίου και τις μεγάλες επιχειρηματικές πολυεθνικές δραστηριότητες, τη διασύνδεση μεταξύ αστικής τάξης της Κύπρου και αστικών τάξεων κυριάρχων ιμπεριαλιστικών χωρών και χωρών της περιοχής μας. Παρόμοια μελέτη οφείλουμε να κάνουμε και για τη διάρθρωση και την κατάσταση της εργατικής τάξης της Κύπρου και των συμμάχων της όπως τα μικρά και μεσαία αγροτικά στρώματα.

Ως πολιτική Οργάνωση, φυσικά και αναγνωρίζουμε το πολύ πρώιμο ακόμα στάδιο που βρισκόμαστε και εντοπίζουμε τις αδυναμίες που αντικειμενικά επηρεάζουν τη δράση του σωματείου μας, λαμβάνοντας αποφάσεις για βελτίωση της κατάστασης, όπως η απόφαση για λειτουργία επαρχιακών οργανώσεων που σταδιακά ξεκίνησε να ενισχύει τη σύνδεση καθοδήγησης και βάσης.

Ως οι κομμουνιστές της Κύπρου, έχουμε μια οφειλή ανεξίτηλη. Όπως είπε ο Λένιν, η ιστορία δεν συγχωράει αμφιταλαντεύσεις και καθυστερήσεις, για αυτό εμπρός, όλοι μαζί να βαδίσουμε σαν μια συμπαγής ομάδα, πιασμένοι γερά χέρι με χέρι. Είμαστε απ’ όλες τις μεριές κυκλωμένοι από εχθρούς, και είμαστε σχεδόν πάντα αναγκασμένοι να βαδίζουμε κάτω από τα πυρά τους. Ενωθήκαμε όμως – και αυτό να το λάβουμε σοβαρά υπόψη – ύστερα από ελεύθερα παρμένη απόφαση για να πολεμήσουμε τους εχθρούς και όχι για να πέσουμε στον γειτονικό βάλτο, που οι κάτοικοι του από την αρχή μας κατέκριναν, γιατί διαλέξαμε το δρόμο του αγώνα, της ρήξης και της ανατροπής, αντί το δρόμο της ενσωμάτωσης και της συμφιλίωσης.

Συνεχίζουμε πιο δυνατά και πιο αποφασιστικά στο δρόμο για να οικοδομήσουμε το κόμμα της εργατικής τάξης, το Κομμουνιστικό Κόμμα, για την ανασυγκρότηση του εργατικού και λαϊκού κινήματος!