Στα πλαίσια της εφαρμογής του Σχεδίου «κτίΖΩ» για αναβάθμιση των προσφυγικών πολυκατοικιών, η Κομμουνιστική Πρωτοβουλία Κύπρου πραγματοποίησε τις τελευταίες εβδομάδες σειρά εξορμήσεων σε προσφυγικές πολυκατοικίες σε συνοικισμούς, ανά την Κύπρο. Σκοπός ήταν η επαφή με τον προσφυγικό κόσμο και η καταγραφή των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι ένοικοι/ιδιοκτήτες με φόντο την περιβόητη “αναβάθμιση”.
Οι εξορμήσεις περιλάμβαναν επισκέψεις σε συνοικισμούς σε Λεμεσό, Λάρνακα και Λευκωσία, που εντάσσονται στις κατηγορίες επιλέξιμων για το Σχέδιο και θα συνεχιστούν το επόμενο διάστημα.
Υπενθυμίζουμε ότι το σχέδιο «κτίΖΩ», με δεκαετή διάρκεια και προϋπολογισμό €130 εκατομμυρίων, αφορά την αναδόμηση ή επιδιόρθωση 358 πολυκατοικιών σε προσφυγικούς συνοικισμούς που στεγάζουν 3.128 διαμερίσματα. Οι πολυκατοικίες χωρίζονται σε τρείς κατηγορίες. Τις μη επισκευάσιμες όπου απαιτείται κατεδάφιση και αναδόμηση (Κατηγορία 1), τις πολυκατοικίες με στατικά προβλήματα σε σημαντικό αριθμό δομικών στοιχείων (Κατηγορία 2) και πολυκατοικίες με στατικά προβλήματα μικρότερης έκτασης (Κατηγορία 3).
Το ποσό που αναλογεί σε κάθε πολυκατοικία κυμαίνεται μόλις μεταξύ €200.000 και €300.000. Το κράτος καθορίζει ανώτατο πoσό χορηγίας για την κάθε κατηγορία και κάθε διαμέρισμα, ανάλογα με τα υπνοδωμάτια και την κατηγορία του δικαιούχου, ενώ ορίζει και υποχρεωτική (για τις πολυκατοικίες της κατηγορίας 1) ή ενδεχόμενη συνεισφορά (για τις πολυκατοικίες των κατηγοριών 2 και 3) από τους πρόσφυγες. Οποιοδήποτε επιπρόσθετο ποσό χρειαστεί για την επισκευή ή ανακατασκευή που ξεπερνά το κόστος χορηγιών θα καλυφθεί από ιδίους πόρους των προσφύγων.
Ήδη τα προβλήματα έχουν ξεκινήσει με τις πολυκατοικίες της Κατηγορίας 1. Πολλοί πρόσφυγες αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στο Σχέδιο, καθώς αδυνατούσαν να καλύψουν τη συνεισφορά. Όσοι αποχωρούν, παραδίδουν τους τίτλους ιδιοκτησίας στο κράτος και λαμβάνουν εφάπαξ χορηγία ανάλογα με την κατηγορία και την αξία της γης που τους αναλογεί. Ωστόσο, σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα, τουλάχιστον 40 οικογένειες που αποχώρησαν από πολυκατοικίες που έχουν κατεδαφιστεί ή θα κατεδαφιστούν, από τον Ιούνιο του 2023, δεν έχουν λάβει ακόμη καμία αποζημίωση.
Για τις πολυκατοικίες των Κατηγοριών 2 και 3 το κράτος έχει μετακυλήσει όλη τη διαδικασία στους ίδιους τους ενοίκους ή ιδιοκτήτες. Καλούνται οι ίδιοι να συγκροτήσουν επιτροπές και να προσλάβουν αρχιτέκτονα ή πολιτικό μηχανικό, για να διενεργηθούν οι απαραίτητες στατικές μελέτες. Κάτι που σύμφωνα με μαρτυρίες των ίδιων των κατοίκων είναι εξαιρετικά δύσκολο. Η διαδικασία απαιτεί ομοφωνία. Η διαφωνία ακόμα και ενός ενοίκου αρκεί για να μπλοκάρει κάθε ενέργεια και να μην προχωρήσουν οι αναγκαίες επιδιορθώσεις. Επιπλέον, το χάος επιτείνεται λόγω ιδιοκτησιακών προβλημάτων, διαμερισμάτων με αποβιώσαντες ιδιοκτήτες, ζητημάτων κληρονομικότητας, εμπράγματων βαρών ή ιδιοκτητών/ενοίκων που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες (ηλικιωμένοι, χαμηλοσυνταξιούχοι, άνεργοι, χαμηλόμισθοι) που δεν έχουν την δυνατότητα συνεισφοράς.
Το σχέδιο αυτό δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά ένα ακόμη μέσο μετακύλισης του κόστους στις πλάτες των φτωχών προσφύγων, προσφέροντας παράλληλα κέρδη στους εργολάβους και διευκολύνσεις στους τραπεζικούς ομίλους.
Οι πολυκατοικίες δεν θα επισκευαστούν ή ανεγερθούν από κρατικούς μηχανισμούς ή δημόσιες υπηρεσίες, αλλά από κατασκευαστικές εταιρείες – εργολάβους. Η ανάγκη για αξιοπρεπή στέγη μετατρέπεται σε πεδίο κερδοφορίας για τον ιδιωτικό τομέα. Η λεγόμενη κρατική «στήριξη» δεν αφορά το λαό, αλλά το κεφάλαιο στον κατασκευαστικό τομέα, στο οποίο παραχωρείται και το λεγόμενο «ειδικό κίνητρο»: πρόσθετος συντελεστής δόμησης, δηλαδή δικαίωμα να χτίσει περισσότερα τετραγωνικά μέτρα, από τα οποία θα αποκομίσει άμεσο εμπορικό όφελος.
Από τη στέγη-δικαίωμα στη στέγη-επένδυση
Η προσέγγιση του κράτους δεν αφήνει καμία αμφιβολία: η στέγη για τους φτωχούς δεν είναι κοινωνικό δικαίωμα αλλά πεδίο επενδύσεων. Αντί να επιδεικνύει πρόνοια και να αναλαμβάνει την αποκλειστική ευθύνη της ανακαίνισης των συνοικισμών, το κράτος καλεί τους πρόσφυγες να λάβουν δάνεια, να υπογράψουν ιδιωτικά συμβόλαια και να διαπραγματευτούν με εργολάβους.
Την ίδια στιγμή στη Λεμεσό εγκρίνονται και χρηματοδοτούνται αναπτύξεις-μαμούθ με προϋπολογισμούς €60, €100 ή και €189 εκατομμυρίων για καζίνο, εμπορικά κέντρα και οικιστικά projects για επενδυτές. Τα έργα αυτά προχωρούν χωρίς καθυστερήσεις, με fast-track διαδικασίες, φοροαπαλλαγές και πλήρη στήριξη του κράτους.
Η σιωπή των κομμάτων – Το δικαίωμα στη στέγη στον κάλαθο των αχρήστων
Όλες οι πολιτικές δυνάμεις εστιάζουν αποκλειστικά σε τεχνικά και διαχειριστικά ζητήματα: καθυστερήσεις, τραπεζικά εμπόδια, ανεπαρκείς διαδικασίες. Κανένα κόμμα δεν θέτει υπό αμφισβήτηση τη θεμελιώδη παραδοχή του σχεδίου: ότι η στέγη για τους φτωχούς είναι εμπορεύσιμο αγαθό και όχι δικαίωμα. Κανένα κόμμα δεν διεκδικεί αποκλειστικά κρατική κάλυψη χωρίς εμπλοκή τραπεζών και μεγαλοεργολάβων.
Η Κομμουνιστική Πρωτοβουλία Κύπρου τονίζει ότι η στέγαση των προσφύγων πρέπει να είναι βασικό κοινωνικό δικαίωμα, και όχι ατομική υπόθεση. Αντί για αποσπασματικά σχέδια και χορηγίες-παγίδες, θέτουμε ένα καθαρό πλαίσιο διεκδίκησης:
- Πλήρη κρατική ευθύνη για την κατασκευή, συντήρηση και διαχείριση των προσφυγικών οικισμών.
- Κατάργηση της εμπλοκής ιδιωτών και τραπεζών.
- Δημόσιο πρόγραμμα κοινωνικής κατοικίας με προτεραιότητα στα εργατικά και λαϊκά στρώματα.
- Επανασχεδιασμό της πολεοδομίας με γνώμονα τις λαϊκές ανάγκες και όχι τα επιχειρηματικά συμφέροντα.
Το σχέδιο «κτίΖΩ» είναι άλλη μια όψη της κρατικής στρατηγικής υποτίμησης των φτωχών και της διάχυσης του κόστους της κρίσης στα πιο ευάλωτα στρώματα της εργατικής τάξης.
Καλούμε τον προσφυγικό κόσμο, τα εργατικά και λαϊκά στρώματα να μην μπουν στη διαδικασία να ασχολούνται με τις διαχειριστικές αυταπάτες και να χάσουν την ουσία: να οργανωθούν συλλογικά για να απαιτήσουν ουσιαστική κρατική μέριμνα. Η στέγη είναι δικαίωμα, όχι επένδυση. Μόνο με ρήξη με τη λογική του καπιταλιστικού συστήματος, όπου όλα και όλοι είναι κόστος και ευκαιρία για το κεφάλαιο, μπορεί να διασφαλιστεί η αξιοπρεπής διαβίωση για όλους.