100 χρόνια από το θάνατο του Λένιν: κεντρική ομιλία Αλέξη Αντωνίου, υπεύθυνου του ιδεολογικού γραφείου της ΚΠΚ

Μάρτης 1883. Κοιμητήριο του Χάιγκεϊτ στο Λονδίνο. Στην κηδεία του Μαρξ, ο Ένγκελς, εκφωνώντας τον επικήδειο καταλήγει, «το όνομα του, όπως επίσης και το έργο του, θα ζήσουν δια μέσου των αιώνων.» Αυτά τα λόγια θα μπορούσαν να είχαν γραφτεί και για τον άλλο μεγάλο επαναστάτη για τον οποίο αφιερώνουμε τη σημερινή μας εκδήλωση, τον Βλάντιμιρ Ίλιτς Ουλιάνοφ Λένιν.

Ο Λένιν αποτελεί αναμφίβολα μια από τις πιο ιδιοφυείς και επιδραστικές προσωπικότητες του 20ού αιώνα και όχι μόνο, που σπάνια εμφανίζονται και έχουν τόσο μεγάλο αντίκτυπο. Όμως εμείς δεν πέφτουμε στην παγίδα των αναλύσεων αστών ιστορικών όπου ανάγουν τις μεγάλες προσωπικότητες των βασιλιάδων, των ευγενών, των μεγάλων πολιτικών ηγετών σαν τον πρωτεύοντα ρόλο στη κίνηση της ιστορικής εξέλιξης. Οι μεγάλοι επαναστάτες δεν δημιουργούνται και δε δρουν σε κενό αέρος, έξω από την κοινωνία, αλλά μέσα στις δοσμένες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της εποχής και σε συνάρτηση με χιλιάδες άλλες προσωπικότητες που βγαίνουν στο προσκήνιο. Όπως ωραία το θέτει ο Πάμπλο Νερούδα στο ποίημά του «Ωδή στον Λένιν», «Δεν εγεννήθηκε ποτέ πιο γήινος άνθρωπος απ’ το Βλαδίμηρο Ουλιάνωφ». Ο Λένιν έζησε την εποχή που ο καπιταλισμός περνούσε, στο τελευταίο, ανώτατο στάδιο του, το μονοπωλιακό- ιμπεριαλιστικό, που σημαδευόταν από τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και τις σοσιαλιστικές επαναστάσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη. Όλα αυτά τον βοήθησαν τόσο στο θεωρητικό όσο και στο επαναστατικό του έργο.

Στα πλαίσια της σημερινής ομιλίας, αντικειμενικά, δεν μπορούμε να καταπιαστούμε με ολόκληρο το θεωρητικό και επαναστατικό έργο του Λένιν. Θα ανοίξουμε όμως τη συζήτηση σε 2-3 καίρια ζητήματα που ευελπιστούμε να αποτελέσουν την αφορμή για περαιτέρω προβληματισμό.

Η εύκολη λύση γενικά σε τέτοιου είδους εκδηλώσεις θα ήταν η παράθεση τσιτάτων. Ευτυχώς ο Λένιν μας κληροδότησε με πολλά. Όμως έτσι ξεκομμένα από τις συνθήκες στις οποίες γράφτηκαν δεν θα είχαν απολύτως κανένα νόημα. Για εμάς, η αναμετάδοση έτοιμων τσιτάτων δεν βοηθά στην δημιουργική μελέτη του σύγχρονου κόσμου, για την διαμόρφωση σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής. Η επαναστατική θεωρία δεν είναι ζήτημα λυμένο και τελειωμένο από τα μέσα του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου από τους θεμελιωτές της κοσμοθεωρίας μας. Δεν είναι κάτι στατικό και ούτε συμφωνούμε ότι έχει πλέον λήξει το ζήτημα της κατάκτησης της θεωρητικής πρωτοπορίας στην πράξη. Ο ίδιος ο Λένιν με το έργο και τις πράξεις του απέδειξε ότι η σύγχρονη και δημιουργική επεξεργασία του Μαρξισμού, η διαμόρφωση συγκεκριμένης στρατηγικής των μπολσεβίκων αλλά και η ικανότητα διαβάσματος των καθηκόντων της τρέχουσας στιγμής, προήλθε μέσα από εντατική και επίπονη θεωρητική δουλειά, συστηματική μελέτη των εγχώριων και διεθνών εξελίξεων, μελέτη της πείρας της ταξικής πάλης στη Ρωσία (ιδιαίτερα μετά την ήττα της επανάστασης του 1905). Η ίδια η ζωή αναπτύσσεται και μαζί με αυτή θα πρέπει να αναπτύσσεται και η ζωντανή, επιστημονική επαναστατική κοσμοθεωρία του Μαρξισμού-Λενινισμού. Αυτό τον τίτλο, δηλαδή της ζωντανής επιστημονικής επαναστατικής κοσμοθεωρίας τον κατακτά στην πράξη και όχι στα λόγια.

Με γερή Μαρξιστική κατάρτιση μελετώντας αδιάκοπα σε φυλακές και εξορίες, ο Λένιν ξεκίνησε τη μακρόχρονη προσπάθεια για τη διαμόρφωση αποτελεσματικής στρατηγικής του Μπολσεβίκικου κόμματος με την εξέταση της ανάπτυξης του καπιταλισμού στη Ρωσία, και ειδικά την αλληλεπίδραση της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και των σχέσεων παραγωγής. Στη συνέχεια, μελετώντας τον μονοπωλιακό καπιταλισμό θα φωτίσει το γεγονός ότι στη διεθνή εποχή του ιμπεριαλισμού, έχουν ωριμάσει οι υλικές συνθήκες για το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Σε αυτή την εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό η βασική αντίθεση που πρέπει να λυθεί από την εργατική τάξη, ως η μόνη επαναστατική τάξη, με την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας, είναι αυτή μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Αυτή η θεωρητική επεξεργασία ερχόταν τότε σε σύγκρουση με τις πολιτικές απόψεις της Ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, αλλά και με ένα κομμάτι του ίδιου του του κόμματος, που μετέθετε την πάλη για τον σοσιαλισμό σ ’ένα απομακρυσμένο, ακαθόριστο μέλλον. Σε αυτή τη διαπάλη, ο Λένιν θα τονίσει τη δυνατότητα των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής να απελευθερώσουν και να δώσουν ώθηση στην περαιτέρω ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Τόσο με τα έργα του (όπως το Κράτος και Επανάσταση) όσο και με την πολιτική καθοδήγηση της επαναστατικής δράσης την περίοδο της Οκτωβριανής επανάστασης, απέδειξε στην πράξη ότι δεν ήταν αναγκαία η παθητική αναμονή της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων στη Ρωσία μέσα στο πλαίσιο του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Η όποια σχετική προ-σοσιαλιστική καθυστέρηση μπορεί να ξεπεραστεί με επαναστατικό τρόπο. Αυτά είναι ζητήματα ουσιώδης σημασίας για τη συζήτηση και στη χώρα μας, όπου το ζήτημα του σοσιαλισμού έχει είτε εξοβελιστεί εντελώς, είτε χρησιμοποιείται το επιχείρημα της ανεπάρκειας των παραγωγικών δυνάμεων και άρα της ανεδαφικής πίστης στην σοσιαλιστική οικοδόμηση.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση εγκαινίασε με τον πλέον επίσημο τρόπο την εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό. Ήρθε να αποδείξει ότι η εργατική τάξη, με το επαναστατικό κίνημά της μπορεί να ηγηθεί της υπόθεσης της κοινωνικής προόδου, του περάσματος από το παλιό στο νέο. Αποδείχτηκε στην πράξη ο προωθητικός ρόλος των νέων σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής στην ολόπλευρη ανάπτυξη της τότε καθυστερημένης Ρωσίας. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο θα δικαιωθεί η λενινιστική θέση αφού σαρώθηκαν καθυστερήσεις αιώνων και προ-καπιταλιστικές επιβιώσεις. Τις πρώτες δεκαετίες στην ΕΣΣΔ, θα αποδειχτεί η υπεροχή του επιστημονικού σχεδιασμού, της εργατικής εξουσίας με κοινωνικοποιημένα τα μέσα παραγωγής στην διευρυμένη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών. Με την Οκτωβριανή Επανάσταση θα κτυπήσει αλλιώτικα του κόσμου η καρδιά, όπως εύστοχα γράφει ο Νερούδα στο ποίημά του που δανειστήκαμε για τον τίτλο της εκδήλωσης μας.

Ένα άλλο επίκαιρο ζήτημα που αφιέρωσε χρόνο και μελέτη ο Λένιν ήταν το ζήτημα του πολέμου. Αυτή τη στιγμή διεξάγονται πολεμικές επιχειρήσεις σε Ουκρανία, Παλαιστίνη, Υεμένη, Συρία, σε χώρες της Αφρικής, με την οσμή από μπαρούτι να αναδύει και από άλλες περιοχές του πλανήτη. Ο Λένιν από τους πρώτους μήνες του ΠΠΠ, σε αντίθεση με τη μεγάλη μάζα των υπόλοιπων σοσιαλδημοκρατών, τόνιζε ότι ο πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός, και άρα άδικος και από τις δύο πλευρές, επειδή διεξαγόταν από τις αστικές τάξεις των εκάστοτε χωρών για τα δικά τους ληστρικά, μονοπωλιακά συμφέροντα. Χαρακτηριστικά δίνει το παράδειγμα όπου ένας δουλοκτήτης που έχει 100 δούλους πολεμάει μ’ένα δουλοκτήτη που έχει 200 δούλους για ένα πιο «δίκαιο» ξαναμοίρασμα των δούλων. Μόνιμο χαρακτηριστικό των επεξεργασιών του το 1914 ήταν οι εκκλήσεις για μετατροπή του πολέμου σε εμφύλιο. Οι μισθωτοί σκλάβοι να στρέψουν δηλαδή τα όπλα τους απέναντι στην Τσαρική απολυταρχία και την Ρωσική αστική τάξη, για την ήττα της κυβέρνησης της χώρας. Μόνο ένας τέτοιος πόλεμος είναι δίκαιος, έγραφε, αφού διεξάγεται από την καταπιεζόμενη τάξη απέναντι στους καταπιεστές της.

Ο Λένιν συνέδεσε το ζήτημα του πολέμου και την ήττα της εγχώριας αστικής τάξης με το ζήτημα της σοσιαλιστικής επανάστασης. Το ζήτημα για τον Λένιν δεν ήταν απλώς να αντικατασταθεί ο πόλεμος με την ειρήνη αλλά η αντικατάσταση του καπιταλισμού με το σοσιαλισμό. Να εκμεταλλευτεί δηλαδή το εργατικό κίνημα την κρίση που γεννά, αντικειμενικά ο πόλεμος για να επιταχυνθεί το γκρέμισμα της αστικής τάξης. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος αρκετές φορές στην ιστορία δημιούργησε το έδαφος στο οποίο εκδηλώθηκε επαναστατική κατάσταση, αυξημένη κινητικότητα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Η Παρισινή Κομμούνα εκδηλώθηκε την περίοδο του Γαλλο-Πρωσικού πολέμου, η Οκτωβριανή Επανάσταση στα πλαίσια του ΑΠΠ, αντίστοιχα και στην Γερμανία το 1918, σε μια σειρά χώρες μετά τον ΒΠΠ (πχ στην Ελλάδα). Δυστυχώς αυτή η σύνδεση και τα συμπεράσματα δεν γενικεύτηκαν και δεν έγιναν κτήμα του ΔΚΚ. Παρατηρείται δηλαδή μια επιστροφή στις ξεπερασμένες θεωρίες της αρχής του 20ου αιώνα όπου το ζήτημα του πολέμου αντιμετωπίζεται ξεκομμένο από το ποια τάξη τον διεξάγει και από τη συνολική στρατηγική του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος.

Ο Λένιν κατανόησε την άμεση ανάγκη συνειδητής προετοιμασίας για την σοσιαλιστική επανάσταση, που απαιτούσε, πριν απ΄όλα την ίδρυση του Κόμματος Νέου Τύπου, του κομμουνιστικού. Μελετώντας τα προβλήματα που αφορούσαν το εργατικό κίνημα στη Ρωσία και στην Ευρώπη, σε αντίθεση με τα δυτικοευρωπαϊκά εργατικά μεταρρυθμιστικά κόμματα που εγκατέλειπαν τις επαναστατικές αρχές του μαρξισμού, ο Λένιν επεξεργάσθηκε την αναγκαιότητα ίδρυσης εργατικού επαναστατικού κόμματος ως κόμματος της σοσιαλιστικής επανάστασης και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Με το Κόμμα Νέου Τύπου, άλλαξε εξ’ ολοκλήρου ένα ως τότε δεδομένο. Μέχρι τότε, η επαναστατική θεωρία με πρωτεργάτες τους Μάρξ και Ένγκελς, αναπτύσσονταν έξω από τις γραμμές του εργατικού κινήματος. Ως πρωτοπόροι πήραν στα χέρια τους την ευθύνη να εισάγουν την επιστημονική κομμουνιστική θεωρία μέσα στις γραμμές της αγωνιζόμενης εργατιάς, δηλαδή η είσοδος της θεωρίας ήταν από τα έξω προς τα μέσα. Η ίδρυση του Κόμματος άλλαζε τα πράγματα άρδην. Το ίδιο το Κόμμα έπαιρνε στην ευθύνη του το καθήκον της μελέτης, της δημιουργικής αφομοίωσης, της διάδοσης της θεωρίας στην εργατική τάξη, της ερευνητικής μελετητικής δουλειάς για την παραπέρα ανάπτυξής της με βάση τις εξελίξεις, την εκλαΐκευση αλλά όχι την απλούστευση.

Με μπροστάρη τον Λένιν δόθηκε μεγάλη ιδεολογική μάχη με τις αντιλήψεις που θεωρούσαν ότι η πολιτική πάλη έπρεπε να περιορίζεται στις οικονομικές διεκδικήσεις. Πολέμησε την μονομέρεια, την αποσπασματικότητα, την υποταγή στο εφικτό στα πλαίσια του καπιταλισμού. Στην ουσία ο Λένιν αντιπάλεψε όλους αυτούς που έδιναν προτεραιότητα στις μεταρρυθμίσεις στα πλαίσια του καπιταλισμού έναντι της αναγκαιότητας της επανάστασης. Γι’αυτό και είναι μεγάλης θεωρητικής σημασίας τα έργα του Τι πρέπει να κάνουμε και το Ένα βήμα μπρος, δυο βήματα πίσω, γραμμένα το 1901 και 1904 αντίστοιχα, όπου έβαζε κάτω το ζήτημα του οργανωτικού και ιδεολογικοπολιτικού διαχωρισμού των Μπολσεβίκων από την μειοψηφούσα τάση των Μενσεβίκων εντός του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος, όπως και έγινε αρχικά στο 2ο Συνέδριο το 1902 και ολοκληρωτικά το 1912.

Ο Λένιν πρότασσε την αναγκαιότητα της δημοκρατικά επεξεργασμένης ενιαίας συγκεντρωτικής κομματικής δουλειάς, άρα του κέντρου καθοδήγησης που διασφαλίζει την ενότητα δράσης αλλά και την εξειδίκευση, την προσαρμογή στις όποιες ιδιαιτερότητες υπάρχουν σε τοπικό, ή κλαδικό επίπεδο. Το μπολσεβίκικο κόμμα απέδειξε ότι μπορούσε να προσανατολίζεται και να δρα μέσα στις εργατικές και φτωχές λαϊκές μάζες με κριτήριο τα καθήκοντα της τρέχουσας στιγμής, χωρίς να αποσπάται από τον σκοπό για τον οποίο είχε ιδρυθεί, την πάλη για το σοσιαλισμό. Όταν ο Λένιν μιλούσε για επαναστατική πράξη δεν εννοούσε μόνο την διεξαγωγή της ένοπλης επαναστατικής εξέγερσης, αλλά και την καθημερινότητα, τη δουλειά μυρμηγκιού, την καθημερινή δράση του Κόμματος που συμβάλλει να διαμορφώνεται συνεχώς μια μαζική πρωτοπορία. Ο ορίζοντας της δράσης του δεν στένευε κάτω από τις αντικειμενικά πιεστικές ανάγκες, σε φάση παρανομίας, ήττας, υποχώρησης, ιμπεριαλιστικού πολέμου, διώξεων και επιθέσεων. Βάδιζε και πήγαινε πιο μπροστά από τις ανάγκες της καθημερινής πάλης, διέβλεπε τις τάσεις, τα ίχνη νέων προβλημάτων που αργά ή γρήγορα θα έμπαιναν μπροστά στο κόμμα για αντιμετώπιση.

Στις σημερινές συνθήκες, στην εποχή των τεράτων όπου το παλιό πεθαίνει αλλά το νέο δεν έχει γεννηθεί ακόμα, είναι ακόμα πιο επιτακτική η ανάγκη για δράσεις, πρωτοβουλίες και εκδηλώσεις όπως η αποψινή. Γιατί δεν θα είναι για πάντα όλα μαύρα. Δε θα ζούμε ένα συνεχόμενο πισωγύρισμα. Ο τροχός της ιστορίας θα ξαναγυρίσει, θα έρθουν καιροί ευτυχισμένοι, όπου σκλάβοι δεν θα είναι οι λαοί και το φάντασμα του κομμουνισμού δεν θα πλανιέται μόνο πάνω από όλη την Ευρώπη αλλά σε όλο τον κόσμο.

Για να γυρίσει όμως ο τροχός, σύντροφοι και συντρόφισσες, χρειάζεται από τον καθένα από εμάς πολλή δουλειά, μελέτη, στοχοπροσήλωση, εγρήγορση, γερή οργάνωση με σκοπό την ανασυγκρότηση του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Ξανά και ξανά επιστρέφουμε στο φλέγων ερώτημα που έθεσε ο Λένιν πριν 120 χρόνια, Τι πρέπει να κάνουμε. Και πάντα η απάντηση είναι μόνο μια: το δικό μας συλλογικό διανοούμενο και οργανωτή, τη δική μας σημαία, το δικό μας κόμμα.